Η Σχολή Αγρονόμων & Τοπογράφων Μηχανικών (ΣΑΤΜ) ιδρύθηκε το 1917 με την επωνυμία «Ανωτάτη Σχολή Τοπογράφων Μηχανικών». Το 1930 η φοίτηση, που μέχρι τότε ήταν 3ετής, έγινε 4ετής και η σχολή ονομάστηκε «Ανωτάτη Σχολή Αγρονόμων & Τοπογράφων Μηχανικών». Κύριος εμπνευστής της ιδέας της Σχολής Αγρονόμων & Τοπογράφων Μηχανικών καθώς και των αλλαγών του 1930 ήταν ο Καθηγητής Δημήτριος Λαμπαδάριος, Ακαδημαϊκός και Πρύτανης του ΕΜΠ (1928-1933), βασικός Καθηγητής και Κοσμήτορας της Σχολής για πολλά χρόνια. Το όνομά του φέρει και το αρχικό κτίριο της Σχολής στην Πολυτεχνειούπολη Ζωγράφου. Το 1974, επί κοσμητείας του Καθηγητή (σήμερα Ομότιμου Καθηγητή) Γεώργιου Βέη, ο οποίος συνετέλεσε ουσιαστικά στην εξέλιξη της Σχολής, η διάρκεια φοίτησης αυξήθηκε στα πέντε χρόνια. Το 2001 η ΣΑΤΜ σε αναγνώριση του συνόλου της προσφοράς του Ομότιμου Καθηγητή κ. Γ. Βέη στη Σχολή και στο ΕΜΠ, μετά από ομόφωνη απόφαση της Σχολής και επικύρωσή της από την Σύγκλητο ονόμασε το ΒΔ κτήριο του συγκροτήματος της ΣΑΤΜ σε κτήριο Βέη. Από την έναρξη εφαρμογής του Νόμου-Πλαίσιου για τα ΑΕΙ το 1982, η Σχολή μετονομάστηκε "Τμήμα Αγρονόμων & Τοπογράφων Μηχανικών". Η Σύγκλητος στην συνεδρίαση της 08/02/2002 αποφάσισε την επαναφορά του τίτλου της Σχολής στα μετονομασθέντα με τον Ν.1268/82 Τμήματα του ΕΜΠ χωρίς ουδεμία αλλαγή στην υφιστάμενη δομή και λειτουργία. Ο τίτλος της Σχολής είναι ο αρχικός "Σχολή Αγρονόμων & Τοπογράφων Μηχανικών (ΣΑΤΜ)" . Από το 1982 διετέλεσαν Πρόεδροι και Αναπληρωτές Πρόεδροι οι Καθηγητές:
Ο Αγρονόμος - Τοπογράφος Μηχανικός αποτελεί μαζί με τον Αρχιτέκτονα και τον Πολιτικό Μηχανικό τις τρεις βασικές ειδικότητες του λεγόμενου κατασκευαστικού τομέα. Και οι τρεις αυτές ειδικότητες καλύπτουν τις ανάγκες μελετών και κατασκευών του τομέα αυτού είτε αυτόνομα είτε πολλές φορές και σε επικάλυψη.Σύμφωνα με ένα συμβατικό ορισμό της Διεθνούς Ομοσπονδίας Τοπογράφων (International Federation of Surveyors), ο Αγρονόμος - Τοπογράφος Μηχανικός παγκοσμίως μπορεί να ασχοληθεί με:
Στην Ελλάδα τα επαγγελματικά δικαιώματα του Αγρονόμου - Τοπογράφου Μηχανικού προσδιορίζονται με βάση και αφετηρία το Νόμο 4663/1930, ΦΕΚ 149 τ.α. /9.5.1930. Ασκώντας τα επαγγελματικά δικαιώματα που του παρέχει ο Νόμος αυτός, ο Αγρονόμος - Τοπογράφος Μηχανικός κατόρθωσε στις δεκαετίες, που πέρασαν και μέχρι σήμερα να είναι ένας καταξιωμένος μηχανικός όχι μόνο στις καθαρά τοπογραφικές εργασίες αλλά και ως εργολήπτης δημοσίων έργων και μελετητής χωροταξικών, πολεοδομικών, περιβαλλοντικών, συγκοινωνιακών και υδραυλικών έργων. Η είσοδος των νέων τεχνολογιών της πληροφορικής και τα νέα επιστημονικά και επαγγελματικά δεδομένα, που προκύπτουν από την ενιαία αγορά εργασίας στην Ευρωπαϊκή Ένωση, θα δώσουν νέες διαστάσεις και θα διαμορφώσουν νέες απαιτήσεις τόσο στον επιστημονικό τομέα όσο και στον επαγγελματικό τομέα του Αγρονόμου - Τοπογράφου Μηχανικού στα επόμενα χρόνια. Οι απαιτήσεις σε θέματα διαχείρισης πληροφοριών και τεχνικών διεργασιών, σε οικονομικά και νομικά δεδομένα έργων και μελετών θα αυξάνουν με την πάροδο του χρόνου. Παράλληλα νέοι επιστημονικοί και επαγγελματικοί ορίζοντες θα ανοίγονται, όπως ειδικότητες, που σχετίζονται με θέματα σχεδιασμού και διαχείρισης γης, περιβαλλοντικού σχεδιασμού και επιπτώσεων, τηλεματικής, οικονομίας των κατασκευών κ.λ.π., τους οποίους ο Έλληνας Αγρονόμος - Τοπογράφος Μηχανικός με την παραδοσιακά υψηλής στάθμης και μεγάλου εύρους εκπαίδευση που του παρέχεται, θα μπορεί εύκολα να κατακτά. Τα δεδομένα αυτά με μεθοδική, συνεχή και συστηματική προσπάθεια από τη Σ.Α.Τ.Μ. αντικατοπτρίζονται όσο είναι δυνατό και πρακτικά εφικτό κάθε φορά στο Πρόγραμμα Σπουδών της Σχολής. Σύμφωνα με το Νόμο, η Σχολή διοικείται από την Γενική του Συνέλευση που απαρτίζεται από τα μέλη του Διδακτικού Ερευνητικού Προσωπικού (ΔΕΠ - Καθηγητές, Αναπληρωτές Καθηγητές, Επίκουροι Καθηγητές και Λέκτορες) και τους εκπροσώπους του Επιστημονικού Διδακτικού Προσωπικού (ΕΔΠ - Βοηθοί και Επιστημονικοί Συνεργάτες), του Ειδικού Εργαστηριακού Διδακτικού Προσωπικού (Ε.Ε.ΔΙ.Π), του Ειδικού Τεχνικού Εργαστηριακού Προσωπικού (Ε.Τ.Ε.Π.) και των Φοιτητών. Επίσης για ορισμένα θέματα ασκεί διοίκηση και το Διοικητικό Συμβούλιο που απαρτίζεται από το Πρόεδρο, τον Αναπληρωτή Πρόεδρο, τους Διευθυντές Τομέων και εκπροσώπους προπτυχιακών και μεταπτυχιακών σπουδαστών. Ειδικό Εκλεκτορικό Σώμα εκλέγει έναν Καθηγητή ή Αναπληρωτή Καθηγητή ως Πρόεδρο της Σχολής και ένα άλλο μέλος Δ.Ε.Π. των ίδιων βαθμίδων σαν Αναπληρωτή Πρόεδρο. Η εκπαιδευτική και ερευνητική δραστηριότητα υλοποιείται από τους Τομείς που σύμφωνα με το Ν. 1268/82 αποτελούν τη βασική ακαδημαϊκή και ερευνητική μονάδα και καλύπτουν, στηρίζουν και προάγουν τη διδασκαλία και την έρευνα μέρους του γνωστικού αντικειμένου της Σχολής. Οι Τομείς διοικούνται από την Γενική Συνέλευση που έχει παρόμοια σύνθεση με τη Συνέλευση της Σχολής. Σε κάθε Τομέα προΐσταται ένας Καθηγητής ή Αναπληρωτής καθηγητής που εκλέγεται από την Γενική Συνέλευση του Τομέα και ονομάζεται Διευθυντής. Ως περαιτέρω υποδιαιρέσεις των Τομέων, υπάρχουν τα Εργαστήρια με εκπαιδευτικό και ερευνητικό αντικείμενο. Κάθε Εργαστήριο διευθύνεται επίσης από ένα Καθηγητή ή Αναπληρωτή Καθηγητή, αλλά διοικητικά υπάγεται στον αντίστοιχο Τομέα, ή και άμεσα στη Σχολή, από την οποία και εκλέγεται ο Διευθυντής. |
|||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||
|